Σαρκοβόρα
ΣΑΡΚΟΒΟΡΑ
Ακούγονται από μακριά
Ηχούν τα κουδουνάκια τους και τα βελάσματά τους
Με αγωνία προφανή καθότι διασχίζουν
Υπάκουα το οδόστρωμα στο κάπου και οπουδήποτε
Με σήμανση ελλιπέστατη για τη συχνή διέλευση
Βοοειδών και ενίοτε απλώς αιγοπροβάτων
Ακάθεκτα που σπεύδουνε
Είτε με φόβο στη σφαγή
Είτε μ’ ευγνωμοσύνη
Στο πλάι του τσομπάνη τους που παίζει στη φλογέρα
Έναν σκοπό
Παλιό σκοπό
Θρηνητικό παράπονο για κάποια Ρωμιοσύνη.
Ακούς τα κουδουνάκια τους
Ακούς το βέλασμά τους
Ακούς και το μουγκανητό σε κάθε συμφορά.
Σαν ικεσία αντηχεί και πλήθος οι ικέτες
Κάθε τομάρι κι ένα «μου» κάθε κριθάρι κι άλλο
Διότι πίσω από το «μου» υπάρχει το χωράφι
Υπάρχει το χωράφι μου
Το υποστατικό μου
Το χόρτο μου
Το γάλα μου και το μικρό μοσχάρι μου
Που είναι το πιο έξυπνο και όμορφο μοσχάρι
Και αν θέλετε να σφάξετε διαλέξτε εκείνο το ορφανό
Το μαύρο
Το ατίθασο
Το απείθαρχο κριάρι.
Κοιτάς βαθιά στο βλέμμα τους που μοιάζει ανεξερεύνητο
Αθώο βλέμμα και άδολο
Χωρίς να κρύβεται το χθες
Χωρίς να υπάρχει μέλλον
Μόνο το χόρτο στο παχνί και το νερό στη γούρνα
Μόνο η σιωπή κι ο άνεμος με μια βραχνή φλογέρα
Μόνο η νύχτα που έρχεται κι ο δισταγμός που φεύγει
Για να λυθεί το σώμα σου και να πλαγιάσει πλάι
Και να πλαγιάσεις πλάι τους ώσπου να νιώσεις ξάφνου
Τα νύχια τους να σου τρυπούν τη σάρκα κάποιαν ώρα
Για να το πάρεις είδηση
Πως ήσουνα το μόνο αρνί
Το μόνο αρνί ανάμεσα σε τόσα σαρκοβόρα.