Όταν η Μαρία κλέφτηκε με τον Αντόνιο Γκάδες
ΟΤΑΝ Η ΜΑΡΙΑ ΚΛΕΦΤΗΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΑΔΕΣ
Η σχέση μου με τη Μαρία είχε κάτι χορευτικό
Γιατί το μυαλό της λικνίζονταν
Ανάμεσα στην αφέλεια και την ευφυία
Γιατί η καρδιά της χτυπούσε δυνατά
Το σώμα της εαρινό κι αέρινο
Και ήξερε με δικό της τρόπο να μου χτενίζει τα μαλλιά
Να ξεκουμπώνει ρυθμικά το λευκό μου πουκάμισο
Να διευκολύνει το παντελόνι μου να πέσει στο πάτωμα
Να αφαιρεί το λευκό φανελάκι
Να αφαιρεί τον τελευταίο δισταγμό
Και όπως η βελόνα ταξιδεύει σε δίσκους βινυλίου
Κάνοντας κύκλους με το χέρι της στο σώμα μου
Κατάφερνε να παράγει μουσική
Για να μπορώ να στροβιλίζομαι
Στη σκηνή του ιδιωτικού χοροδράματος.
Η τελευταία χορογραφία της υπήρξε ανεπανάληπτη
Ο τελευταίος εξαγνισμός απαράμιλλος.
Χόρευε ολομόναχη και με τα μάτια σφαλισμένα
Το σώμα της βεβηλωμένο απ’ τη χημεία και ανύπαρκτο
Τα χέρια της αδύναμα
Τα πέλματα αμετακίνητα
Εξέφραζαν απείθειά προς το μέλλον
Για όσα βίωναν εκεί ψηλά που ακροπατούσε.
Η αρτίστα της ζωής μου
Ανάλαφρη και τρυφερή σαν ξέπνοο αεράκι
Ακολουθούσε τον ρυθμό μιας πένθιμης μελωδίας
Ενώ τα φώτα στη σκηνή χαμήλωναν
Αλλά όπως αδιαφορούσε για τις ιδιότητες του φωτός
Έτσι αδιαφορούσε για την απεραντοσύνη του σκότους
Αφουγκραζόταν μόνο την ανάσα από το κοινό
Κοινό απαιτητικό
Με το βλέμμα επίμονα καρφωμένο
Στη σκοτεινή χοάνη που αδημονούσε
Να υποδεχτεί τη φλογερή χορεύτρια.
Ήταν μια μοναχική Κάρμεν
Όταν αδυνατούσα να είμαι ο ταυρομάχος της.
Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε
Ηλιοκαμένος άντρας που έδειχνε με χορευτική ακρίβεια
Ότι ήξερε τη Μαρία από παλιά και ήρθε
Αποφασισμένος να την πάρει μαζί του.
Ο Αντόνιο Γκάδες έγινε χορευτής
Γιατί το στομάχι του χοροπηδούσε από πείνα
Και τα γράμματα δεν χόρτασαν ποτέ
Όποιον πάλεψε στα έντεκα να βγάλει μεροκάματο.
Τότε γνώρισε την αδικία που ήταν σπουδαγμένη
Και σκέφτηκε να τον ρίξει σ’ ένα εργοστάσιο
Ή να τον δει χαμάλη σε κάποια αγορά
Αλλά μαγεύτηκε με το βαθύ του βλέμμα
Σκοτείνιασε με τον πικρό του λόγο
Και τον λαχτάρισε με πάθος όταν είδε τα μέλη του να λύνονται
Γιατί είχε μάθει τον χορό πριν να τον διδαχτεί
Και πριν να τον διδάξει.
Ο Αντόνιο Γκάδες ήξερε τα μυστικά του φλαμέγκο
Αλλά δεν μιλούσε για τον χορό
Γιατί αυτό τον εμπόδιζε να χορεύει.
Δεν του άρεσε επίσης να μιλάει για τον έρωτα
Και δεν χρειάζεται να προσθέσω τον λόγο.
Όσα προσθέτω και όσα αποκρύπτω
Αποτελούν αφορμές για να οδύρομαι
Και μετά την Εξόδιο Ακολουθία
Το αδειανό πουκάμισο κηδεύω
Γνωρίζοντας πως η Μαρία στροβιλίζεται στο άπειρο
Δίπλα σε εκείνον που άρχισε να μαθαίνει χορό
Στην ίδια ηλικία που ρίχτηκα στην αρένα
Απέναντι σ’ έναν ταύρο
Έτοιμο την κάθε Μαρία να διαπεράσει
Ποδοπατώντας ό,τι αξίζει να αγαπάω και να ιστορώ.