Κοτσυφοπέδιο
ΚΟΤΣΥΦΟΠΕΔΙΟ
Κατοικώ ανάμεσα στη γη και τα σύννεφα
Βάσει του εθνικού κτηματολογίου σε διαμέρισμα ρετιρέ
Το οίκημα δεν μου ανήκει αποκλειστικά
Σε αυτόν τον κόσμο τίποτε δεν ανήκει κανενός
Τυγχάνω χρήστης των εσωτερικών χώρων και της βεράντας
Μέτοικος στην εξαρχία των σπουδαγμάτων
Πάροικος στο κρατίδιο του Κοτσυφοπεδίου
Γλεντοκόπος σε ηλιόλουστο πανηγυράκι
Όταν ο Παντοδύναμος με εξουσιοδοτεί να χορηγήσω
Τα ελέη Του σποράκια στον αγρό της ευημερίας.
Κάθε που ελεώ τα πετούμενα
Σμήνος οι λέξεις κάθονται στα χείλη μου
Τα γραπτά μου από καιρό θυμίζουν τιτιβίσματα
Όλο και δυσκολότερα επικοινωνώ με τους όμοιούς μου
Διαθέτω όμως πολυπληθές ακροατήριο
Δίχως χέρια για να με χειροκροτούν αλλά με φτερά
Για να με αναπτερώνουν
Η Ακαδημία του Κοτσυφοπεδίου αποφάσισε να με τιμήσει
Τα ποιήματά μου μεταφράζονται στην απλή τιτιβιστική
Τα όνειρά μου φτεροκοπούν και ραμφίζουν
Την πόρτα της αιωνιότητας.
Η αιωνιότητα είναι κοτσύφι που απαγγέλλει ποιήματα
Η αναγνώρισή μου πηγαίνει από κλαδί σε κλαδί
Το οικογενειακό μου δέντρο έχει μια φωλιά στην οποία
Επωάζω πλήθος αγωνίες
Πέφτοντας η νύχτα με διπλωμένα φτερά
Επιστρέφω στη σιγή του γραφείου
Το πρωινό τραγούδι του Κότσυφα είναι
Το ξυπνητήρι της συνείδησής μου.
Η αφύπνιση παραμένει ζητούμενο
Να εγερθώ από τον κόσμο των ονείρων προσβλέποντας
Στον πραγματικά ονειρικό
Όταν ξυπνούν τα πουλιά και τινάζουν την νυχτερινή πάχνη
Το κελάηδημά μου αποτελεί
Ανεκτή παραφωνία στο πρωινό τερέτισμα
Τα ποιήματά μου δεν επιφέρουν ρωγμές
Η καθημερινότητα παραμένει αρραγής
Πάντα έγραφα για τους ανθρώπους δίχως να με περιμένουν
Ποτέ δεν έγραφα για τα πουλιά αλλά με περίμεναν πάντα.
Το διαβατήριό μου είναι έτοιμο
Αποσκευές είναι οι λέξεις μου
Στο τελωνείο σφραγίζουν το παράπονό μου
Ο κόσμος φωτίζει όταν περνώ στην αίθουσα αναχώρησης
Όταν μετά από καιρό επιστρέψω
Θα έχω ανάγκη από μια φωλιά σε απόμερο δέντρο
Το δικό μου Μέγαρο Μουσικής θα εκτείνεται στο άπειρο